#SELFIEADDICT

Κατά πόσον η διογκούμενη τάση λήψης “αυτο-φωτογραφιών” και προβολής τους στο Facebook, αποτελεί ενδεικτικό σημείο ναρκισσιστικής διαταραχής της προσωπικότητας;

“Επέστη καιρός της αυτολατρείας”, όπως έγραψε ο Παπαδιαμάντης στους “Εμπόρους των Εθνών”. Απόφθεγμα που, αν και χρονικά μακρινό, ταιριάζει περιγραφικά στους παρόντες ψηφιακούς καιρούς των αυτοφωτογραφιών και των ψηφιακών μέσων κοινωνικής δικτύωσης.

Τα εύλογα ερωτηματικά ως προς το κατά πόσον η διογκούμενη τάση λήψης “αυτο-φωτογραφιών” – των καλούμενων selfies – και εν συνεχεία προβολής τους στο Facebook, αποτελεί ενδεικτικό σημείο ναρκισσιστικής διαταραχής της προσωπικότητας, έχουν προκαλέσει το ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας – που διαπραγματεύεται το θέμα με σχετικά άρθρα – όσο και την ανησυχία πολλών γονιών οι οποίοι βλέπουν καθημερινά τα παιδιά τους να “υπέρ-ποστάρουν” τις αυτοφωτογραφήσεις τους στο διαδίκτυο, συχνά σε βάρος των δραστηριοτήτων και των υποχρεώσεων της πραγματικής τους ζωής.

Πρώτα από όλα, για να τεθεί η διάγνωση της ναρκισσιστικής διαταραχής της προσωπικότητας θα πρέπει να διαπιστώνεται ένα διάχυτο πρότυπο μεγαλείου -στη φαντασία ή τη συμπεριφορά-, σε συνδυασμό με την ανάγκη για θαυμασμό και την έλλειψη ενσυναίσθησης -δηλαδή ενδιαφέροντος για τα συναισθήματα και τις ανάγκες των άλλων. Θα πρέπει, επίσης, να παραβλάπτεται η λειτουργικότητα του ατόμου και να πληρούνται συγκεκριμένα κριτήρια, όπως ισχύει και για άλλες διαταραχές της προσωπικότητας, όπως για παράδειγμα για την παραπλήσια Ιστριονική Διαταραχή της Προσωπικότητας που τη χαρακτηρίζει ένα διάχυτο πρότυπο υπερβολικής συγκινησιακής έκφρασης και επιδίωξης πρόκλησης της προσοχής.

Όπως προκύπτει από σχετικές έρευνες, οι γυναίκες έχουν γενικά την τάση να ποστάρουν περισσότερες selfies από τους άνδρες, ενώ θα πρέπει, πριν από κάθε προσπάθεια ευθείας συνδέσεως των selfies με τη ναρκισσιστική διαταραχή να λαμβάνεται υπόψιν και η γενικότερη τάση των νάρκισσων να ποστάρουν φωτογραφίες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Η αυτο-επάρκεια, η ματαιοδοξία (ιδιαίτερα σε ότι έχει να κάνει με την εξωτερική εμφάνιση), η τάση για ανάληψη ηγετικών ρόλων και η απαίτηση του θαυμασμού των άλλων είναι μερικές από τις περιγραφικές παραμέτρους του ναρκισσισμού, των οποίων η σχέση με τις selfies επιχειρήθηκε να διερευνηθεί. Οι τρεις τελευταίες ναρκισσιστικές παράμετροι φαίνεται να εμφανίζουν θετική συσχέτιση με την τάση για διαδικτυακό ανέβασμα selfies στους άνδρες, ενώ μόνον το στοιχείο της απαίτησης θαυμασμού προκύπτει πως συνδέεται αιτιολογικώς με το υπερβολικό ποστάρισμα αυτοφωτογραφιών στις γυναίκες. Μεθοδολογικά χρήσιμος είναι επίσης ο διαχωρισμός των αυτοφωτογραφήσεων σε ατομικές selfies, σε selfies οι οποίες λαμβάνονται μαζί με κάποιον ερωτικό σύντροφο και σε ομαδικές selfies, με τις δυο τελευταίες κατηγορίες να αποτελούν περισσότερο τρόπους σύνδεσης με τους άλλους, παρά ενδείξεις ναρκισσισμού.

Θα πρέπει, λοιπόν, να υπογραμμίσουμε πως όποιος ποστάρει συχνά selfies δεν είναι κατ´ ανάγκη νάρκισσος. Από την άλλη μεριά, όμως, θα πρέπει να έχουμε υπόψιν μας πως ο ναρκισσισμός, λόγω των εγγενών του χαρακτηριστικών προδιαθέτει σε αυξημένα επίπεδα δραστηριότητας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, καθώς και στη χρησιμοπόιησή τους για τη διατυμπάνιση ενός κατά πολύ περισσότερο εαυτο-προβάλλοντος περιεχομένου (self-promoting content).

Παράλληλα, τόσο το Facebook, όσο και τα υπόλοιπα ψηφιακά μέσα κοινωνικής δικτύωσης ευνοούν, λόγω των δομικών χαρακτηριστικών της λειτουργίας τους, την αυτο-προβολή, μέσω αυτο-περιγραφών. Ταυτόχρονα, υποθάλπτουν τη μαιταιοδοξία μέσω των υπερπροβαλλόμενων φωτογραφιών και ευοδώνουν την ανάπτυξη μεγάλου αριθμού, αλλά ρηχών σχέσεων. Όλα αυτά αποτελούν χαρακτηριστικά που φέρουν έντονη ναρκισσιστική χροιά.

Ένα άλλο στοιχείο του ναρκισσισμού το οποίο βρίσκει πρόσφορο έδαφος κακοήθους ανάφυσης και ανάδυσης, εντός του ψηφιακού περιβάλλοντος των ηλεκτρονικών μέσων κοινωνικής δικτύωσης, είναι η λεγόμενη ναρκισσιστική χειριστικότητα. Η τάση, δηλαδή, που έχουν οι νάρκισσοι να χρησιμοποιούν τις κοινωνικές, συναισθηματικές και -κατά τα τελευταία χρόνια- και ψηφιακές τους σχέσεις για την ενίσχυση της αυτοεκτίμησής τους. Οι εμφανίζοντες, λοιπόν, τα στοιχεία της ναρκισσιστικής διαταραχής της προσωπικότητας έχουν την τάση να μην εστιάζουν στη διαπροσωπική εγγύτητα και τη ζεστασιά των μακράς πνοής σχέσεων, ενώ αντίθετα εμφανίζονται πολύ ικανοί στην έναρξη σχέσεων και στη βραχυπρόθεσμη χρησιμοποίησή τους ώστε να δείχνουν δημοφιλείς, επιτυχημένοι και υψηλού κοινωνικού status.

To ψηφιακό περιβάλλον των μέσων κοινωνικής δικτύωσης αποτελεί, επιπροσθέτως, το κατάλληλο υπόστρωμα για την περαιτέρω ανάπτυξη της παρορμητικής προδιάθεσης των νάρκισσων για τη σύναψη γρήγορων, ευκαιριακών και σύντομων σχέσεων. Το ίδιο αυτό ψηφιακό υπόστρωμα είναι που βοηθά στο να αναπτυχθούν τα σχήματα εξιδανίκευσης-υποτίμησης τα οποία χαρακτηρίζουν τις διαταραχές προσωπικότητας του Δευτέρου Πλέγματος (Cluster B Personality Disorders), με την αρχική ελκυστικότητα των νάρκισσων και των ιστριονικών τύπων να υποχωρεί, σε βάθους χρόνου, κάνοντας τους -εκ του διαδικτύου- συντρόφους τους να υποφέρουν από τη συναισθηματική ρηχότητα, την απιστία, την ανάγκη για έλεγχο και την επιθετικότητα των πρώτων. Ο ψηφιακός ιστοχώρος κοινωνικής δικτύωσης αποτελεί μια πρώτης τάξεως δυνατότητα αυτορύθμισης των νάρκισσων, καθώς προσφέρεται για να αναπτυχθούν αβαθείς “φιλίες” και ερωτικές σχέσεις, αποτελώντας, ταυτόχρονα, ένα ελεγχόμενο περιβάλλον αυτοπροβολής.

Δεν θα πρέπει, μάλιστα, να λησμονούμε πως το Facebook, το οποίο αποτελεί και το κατεξοχήν ψηφιακό περιβάλλον προβολής και διάδοσης των selfies, δημιουργήθηκε αρχικά για να προάγει την επικοινωνία και τη δικτύωση μεταξύ των φοιτητών ενός Αμερικανικού Πανεπιστημίου, ενώ ακόμη και σήμερα το 1/2 περίπου των χρηστών του Facebook είναι φοιτητές, δηλαδή άτομα νεαρής ηλικίας, με συγκεκριμένες ναρκισσιστικές ευαλωτότητες.

Καταλήγουμε, λοιπόν, στο συμπέρασμα πως υπάρχει υπεραντιπροσώπευση του ναρκισσισμού στα κοινωνικά δίκτυα τα οποία χαρακτηρίζονται παράλληλα -και κυρίως το Facebook- από την επικυριαρχία της “Φωτογραφίας του Προφίλ” (Profile Picture), μιας κατεξοχήν φωτογραφίας εαυτού, η οποία αποτελεί ναρκισσιστική προμετωπίδα αυτο-αντανάκλασης στην ψηφιακή λίμνη της σύγχρονης μυθολογίας των ηλεκτρονικών μέσων κοινωνικής δικτύωσης.

Σε μία άλλη μελέτη επιχειρήθηκε να συσχετισθούν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του διαδικτυακού profile ορισμένων χρηστών με τη ναρκισσιστική εντύπωση που αυτά προκαλούν σε ανεξάρτητους παρατηρητές και με τις καταγραφές των χρηστών αυτών σε συγκεκριμένο κλινικό ερωτηματολόγιο ανίχνευσης της Ναρκισσιστικής Διαταραχής Προσωπικότητας (Narcissistic Personality Invetory). Βρέθηκε, λοιπόν, πως ο αριθμός των διαδικτυακών φίλων, ο αριθμός των αναρτήσεων στον ψηφιακό “τοίχο” (wall posts), ο αριθμός των ομάδων συμμετοχής του χρήστη και ο αριθμός των γραμμών στο αυτο-περιγραφικό (about me) κείμενο του προφίλ του σχετίζονταν στατιστικώς σημαντικά με την ανίχνευση ναρκισσιστικών χαρακτηριστικών. Τα άτομα, μάλιστα, που σημείωσαν υψηλότερα scores στο Ερωτηματολόγιο Ναρκισσιστικής Προσωπικότητας εμφάνιζαν υψηλότερη αλληλεπίδραση στο Facebook, ελκυστικότερες φωτογραφίες προφίλ (profile pictures) και περισσότερο εαυτό-προβάλλον περιεχόμενο (self-promoting content) στο διαδικτυακό τους προφίλ.

Αξίζει, μάλιστα, στο σημείο αυτό, να εστιάσουμε στις διαφορές ανάμεσα στον “ψηφιακό” και στον “κοινωνικό” ναρκισσισμό. Ανάμεσα στον “on line” και τον “real life” ναρκισσισμό. Παραδειγματολογικώς αναφέρουμε πως, βάσει των εκτιμήσεων των ανεξαρτήτων παρατηρητών, οι αποφθεγματικές αναρτήσεις (wall posts) όσων χρηστών εμφάνιζαν υψηλότερες βαθμολογίες στο ερωτηματολόγιο της Ναρκισσιστικής Διαταραχής ήταν λιγότερο διασκεδαστικές από τις αντίστοιχες των μη νάρκισσων, εν αντιθέσει με τη συνήθη αντίληψη που θέλει τους νάρκισσους περισσότερο -κοινωνικά- διασκεδαστικούς, ιδιαίτερα κατά την πρώτη συναναστροφή μαζί τους.

Είναι, πλέον, επιβεβαιωμένο πως οι νάρκισσοι χρησιμοποιούν τα ψηφιακά δίκτυα κοινωνικής αλληλεπίδρασης για να ανατροφοδοτούν την υπέρμετρη αίσθηση σημαντικότητας εαυτού που τους χαρακτηρίζει. Αυτή η συμπεριφορά αντανακλάται και μέσα από την υπεραπασχόληση με το ποστάρισμα selfies. Η υπερβολική χρήση του διαδικτύου συντελεί, επιπροσθέτως, στην ανάπτυξη ή και στην αύξηση του ήδη υπάρχοντος ναρκισσισμού, μέσω τον δυνατοτήτων για ελεγχόμενη αυτοπροβολή που αυτό προσφέρει, καθώς και μέσα από τον κορεσμό της αγωνιώδους προσπάθειας προσέλκυσης της προσοχής και της προαγωγής των ρηχών και ευκαιριακών σχέσεων οι οποίες χαρακτηρίζουν τους νάρκισσους. Δεν μπορούμε, όμως, ακόμη, να υποστηρίξουμε, με βεβαιότητα, πως κινδυνεύουν να αναπτύξουν ναρκισσιστικά χαρακτηριστικά και οι χρήστες των ηλεκτρονικών μέσων κοινωνικής δικτύωσης οι οποίοι εμφανίζουν χαμηλούς δείκτες ναρκισσισμού στα σχετικά ερωτηματολόγια. Ιδιαίτερη προσοχή, μάλιστα, χρειάζεται, αν λάβουμε υπόψιν μας το νεαρό της ηλικίας μεγάλου ποσοστού των χρηστών των ψηφιακών μέσων κοινωνικής δικτύωσης, η υπερβολική ενασχόληση με τα οποία ακόμη και αν δεν υποκρύπτει τον ναρκισσιστικό ύφαλο για τον οποίον μας προειδοποιεί το υπερποστάρισμα αυτο-φωτογραφιών, μπορεί να επικαλύπτει βαθύτερες ψυχοπαθολογικές καταστάσεις, όπως ο εθισμός στο διαδίκτυο ή η εφηβική κατάθλιψη. Καταστάσεις που απαιτούν την εγρήγορση των γονέων και την παρέμβαση των ειδικών.

Εν κατακλείδι, τονίζουμε πως το ψηφιακό σύμπαν που, τα τελευταία χρόνια, έχει εισβάλει όλο και πιο ανεξέλεγκτα στην καθημερινότητά μας, θα πρέπει να συμπληρώνει και να βαίνει παράλληλα, αντί να υπερκαλύπτει, την αληθινή ζωή. Γιατί εκεί, στην αληθινή ζωή διαμεσολαβούνται οι πραγματικές σχέσεις και η αναμέτρηση του κάθε ανθρώπου με τον εαυτό του και με το κυνήγι της ευτυχίας.


Πηγή: iatronet.gr